ΕπεξεργασίαEdit

Λεξικόν

κινάμωμον

το γνήσιο, πολύτιμο και ηδύτατο κινάμωμο (κανέ­λα), το οποίο εμπορεύονται για μεγάλο χρονικό διάσημα μόνοι οι Ολανδοί, γίνεται στη νήσο Κεϋλάνη. Φυτρώνει και άγριο στα παραθαλάσσια του Μαλάβαρ, τη Σουμάτρα, τη Μπόρνεο (Νησιωτική Ν. Α. Ασία), αλά είναι πολύ κατώτερο και αξίζει το 1/5 της τιμής του πρώτου. Το φυτό αυτό γίνεται ισομεγέθες με τη δαμα-σκηνιά, έχει πλατιά σκοτεινοπράσινα φύλα, τα οποία, όταν είναι τρυφερά, έχουν χρώμα πορφυρό και αποπέμπουν δριμεία αρωματική οσμή. Τα άνθη του, μικρά, λευκά και άοσμα, γεννούν ελαιόμορφο και γαλαζομέλανο καρπό που ευωδιάζει ως καρυόφυλο. Η φλούδα του είναι διπλή ή μάλον τριπλή. Η εξωτερική φλούδα είναι φαιά, άοσμη και άχρηστη, ενώ οι δύο εσωτερικές είναι συνεχόμενες και απο­τελούν το άρωμα κινάμωμον. Για να αποκτήσει η φλούδα τη σωστή ποιότητα δεν ξεφλουδίζουν το δένδρο πριν το 4 έτος, ενώ μέχρι τους 30 χρόνους το δένδρο χάνει την αξία του, γιατί η φλούδα χάνει την ποιότητά της. Το κινάμωμον είναι 3 ειδών: το λεπτό, το οποίο συλέγεται από νέας και μέσης ηλικίας δένδρα, το χονδρό, από παχύτερα και παλαιότερα δένδρα, το άγριο, που προέρχεται από άλες ινδικές νή­σους. Οι Ολανδοί έστελναν στην Ευρώπη ως 150000 οκάδες κινάμωμον, όμως οι Άγλοι μεταφυτεύοντας αυτό με επιτυχία και στα νησιά των Δυτικών Ινδιών, έβλαψαν το εμπόριο των Ολανδών. (σημ.: κανέλα.)

1-2