Λεξικόν
κλάδος της φιλοσοφίας, ο οποίος από τας αρχάς του ΙΖ´ αιώνα, εποχή παλιγενεσίας της φιλοσοφίας, άρχισεν να λαμβάνει μια νέαν όψιν, παραιτώντας τας κεκαλυμμένας ποιότητας των Περιπατητικών, προσηλωθείσα εις την παρατήρησιν και πείραν και συζευχθείσα ευκαίρως με τα Μαθηματικά. Ένα κάποιον δοκίμιον της πειραματικής μεθόδου εξέδωκεν ήδη και η Κοσεντίνα Ακαδημία. Εκείνος όμως, όπου την προήγαγε εις αύξησιν εις την Ιταλίαν και με έργα και με υπομνήματα ήτον Γαλιλαίος ο Γαλιλαίου, ανήρ πνεύματος θείου και υψηλού, τον οποίον τον ηκολούθησαν ύστερα ο Τορριτζέλιος, ο Καστέλιος, ο Βιβιάνης, ο Βορέλιος, ο Μαγαλόττιος, ο Ρήδιος, ο Μαλπίγιος, ο Μοντανάριος, ο Γουλιελμίνιος, ο Γριμάλδιος και άλοι. Μεγάλας προόδους έκαμνεν ήδη η ορθή Φυσική και πέραν των Άλπεων, εις την Γαλίαν, δια των παρατηρήσεων και πειραμάτων του Βοϋλου, του Γκερρίχ, του Ευκλίου, του Λεβεναικίου, του Αρτσαικερίου, του Ουιγενσίου ή Ουιγενίου, του Σβαμμερδάμ, του Τουρνεφορτίου και άλων, εις τους οποίους προσετέθη περί τα τέλη του αυτού αιώνος ο μέγας Νεύτων, ο οποίος έκαμε μεγαλωτάτην αύξησιν τόσον εις την Φυσικήν, όσον και εις τα Μαθηματικά.