ΕπεξεργασίαEdit

Λεξικόν

υδράργυρος

το βαρύτερο ημιμέταλο ύστερα από το χρυ­σό και λευκόχρυσο. Είναι 14 φορές βαρύτερο από το ύδωρ. Βρίσκεται στην Ιταλία, Ουγαρία, Καρνιόλα (Γερμανία), Ισπανία κ.α. Στα μεταλεία του τρέχει από τις σχισμές των πετρωμάτων ως λαμπρά σφαιρίδια. Βρίσκεται ο υδράργυρος ενωμένος με θείο και ονομάζεται κιννάβαρι ή αιθίοψ και από τους νεότερους χημικούς υδράρ­γυρος θειούχος κόκκινος φυσικός ή οξείδιον μέλαν υδραργύρου. Εξατμίζεται δια του πυρός. Το θειικό και νιτρικό οξύ ενεργούν στον υδράργυρο και τον διαλύουν. Ενώνεται με όλα τα μέταλα και γίνεται επίθεμα για τους καθρέπτες. Είναι χρήσι­μος για τα βαρόμετρα και θερμόμετρα. Αν ενωθεί με παχέα έλαια, αποτελεί αλοιφή για αφροδισιακά νοσήματα. Το υδραργυρικό ύδωρ το χρησιμοποιούν οι χειρούργοι ως καυστικό. Ο αλικός γλυκύς υδράργυρος, ένωση αλικού οξέως με ελαφρύ οξείδιο υδραργύρου, είναι καθαρτικός και διαλύει τους χυμούς του δέρματος.

263-264