ΕπεξεργασίαEdit

Λεξικόν

σώμα σκληρόν

το σώμα το οποίο δεν διαιρείται και παρα­μένει ανένδοτο και αναλοίωτο, διατηρώντας το σχήμα του και κατά την πίεση και μετά από αυτήν.

245