ΕπεξεργασίαEdit

Λεξικόν

ποσότης ολοσχερής ή ακέραιος

η ποσότητα η οποία έχει λόγο ως προς την μονάδα, όπως το όλον προς το μέρος. Πηγη: Γοβδελά Δημητρίου.

11