ΕπεξεργασίαEdit

Λεξικόν

εργαστηριάριοι

όσοι βρισκόμενοι στα εργαστήρια τους πωλούν λιανικώς εμπορεύματα που έχουν αγορασθεί από αποθήκες εμπόρων ή κατασκευάζονται από τους ίδιους.