ΕπεξεργασίαEdit

Λεξικόν

ιδιότητες σώματος

κοινές ιδιότητες των σωμάτων είναι η έκτασις, το σχήμα, η διαίρεσις, το πορώδες, το αδιαχώρητον, το ελαστικόν, το κινεί-σθαι και η βαρύτης. Κάποιοι συναριθμούν στις κοινές ιδιότητες και την αδράνεια, η οποία είναι η αδυναμία της ύλης να μεταβάλει αφ’ εαυτής την κατάστασή της ή η αδυναμία της να προσδιορίζει μόνη εαυτήν εις την κίνησιν ή εις την ηρεμίαν ή εις την μεταβολήν της κινήσεώς της. Με την έννοια λοιπόν αυτή η αδράνεια δεν είναι παντελώς καταφατική ιδιότητα της ύλης, αλά περισσότερο πρέπει να θεωρείται ως έλειψις ιδιότητος και για το λόγο αυτό δεν μπορεί να ονομαστεί δύναμις της αδρα­νείας. Η έκταση που ανήκει σε κάθε σώμα έχει όρια, πέρατα, δεν προχωρά επ’ άπει­ρον και αυτό αποτελεί το σχήμα. Τα σχήματα των σωμάτων (βοτάνων, χόρτων, ανθέων, καρπών, δένδρων, κλπ) είναι πολυποίκιλα. Πλην όχι μόνον τα σώματα αλά και τα ελάχιστα μόρια αυτών που είναι αόρατα με γυμνό οφθαλμό εκτείνονται πολυτρόπως ή έχουν διάφορα σχήματα. Δια των μικροσκοπίων οι ανιχνευτές της φύσεως ανακάλυψαν ότι η μεγάλη ποικιλία των σχημάτων δεν είναι χωρίς λόγον. Η ποικιλία αυτή των σχημάτων και η προσφυής τους διάταξη υπάρχει για να λάμψει στα μάτια των ανθρώπων η παντοδυναμία του Θεού. Κάθε σώμα αποτελείται από μέρη. Έτσι μπορεί δια τομής, τριβής, θλάσεως, μαλάξεως και αναλύσεως των ρευ­στών σωμάτων και μάλιστα δια του πυρός να αναλυθεί σε μέρη. Ακολούθως κάθε σώμα είναι διαιρετό και η διαίρεση συναριθμείται στις κοινές ιδιότητες των σωμά­των. Η διαίρεση των σωμάτων υπερβαίνει κάθε ανθρώπινη φαντασία. (Παρατήρη­ση στο μικροσκόπιο ζωυφίων της άμμου. Μερικά από τα ανακαλυφθέντα ζωδάρια είναι τόσον μικρά, ώστε το μέγεθός τους, αν πρέπει να το ονομάσουμε μέγεθος, προς το μέγεθος ενός κόκκου της άμμου έχει λόγο ως 1 προς 1000 000 000. Το τοιούτον ζωύφιον λοιπόν είναι εν χιλιοστημόριον των μιλιωνίων του κόκκου της άμμου. Η φαντασία μας αδυνατεί να ιδεασθεί την λεπτότηταν αυτών και δεν μας μένει άλο ειμή να προσκυνώμεν με ταπείνωσιν την άπειρον δύναμιν του Θεού, με την οποίαν παρήγαγε ταύτα τα θαυμαστά πράγματα. Η έκταση η οποία ανήκει σε κάθε σώμα απαιτεί να είναι τα μέρη του συνημμένα. Για να γίνει όμως αυτό πρέπει αναγκαίως να υπάρχουν μεταξύ των μερών του σώματος κενά διαστήματα, άδειοι τόποι, πόροι. Απόδειξη ότι όλα τα σώματα είναι πορώδη είναι ότι δεν βρέθηκε μέχρι σήμερα ούτε ένα στο οποίο να μην μπορεί να εισχωρήσει το πυρ, η ηλεκτρική ή η μαγνητική ύλη. Δια μέσου αυτών μπορούν να κινούνται τα λεπτά μόρια του πυρός, της ηλεκτρικής και μαγνητικής ύλης. Το αδιαχώρητο των σωμάτων είναι μια ιδιότητα σύμφωνα με την οποία κάθε σώμα περιλαμβάνει με την έκτασή του τόπο και αποκλείει κάθε άλο σώμα από το καθορισμένο τόπο τον οποίο περιέχει. Το αδιαχώρητο είναι μια πάνσοφος διάταξις του ποιητού, διότι χωρίς αυτό δεν θα ήταν δυνατή η προσβολή ή σύγκρουση των σωμάτων και επομένως η κίνηση. Επειδή όλα τα σώματα είναι πορώδη, μπορούν να συστέλονται σε στενότερο τόπο, αν ενεργεί σ’ αυτά ικανή δύναμη. Έχουν την ιδιότητα να συστέλονται από κάποια ανάλογη δύναμη και η ιδιότητα αυτή καλείται συσταλτική δύναμη. Όλα τα γνωστά σε μας σώματα είναι σε κάποιο βαθμό ελαστικά. Κυρίως ελαστικά θεωρούνται εκείνα στα οποία η ιδι­ότητα αυτή φαίνεται κατ’ εξαίρετο τρόπο (σύρμα, πτερά πτηνών, κλπ). Μεταξύ των ρευστών, οι ατμοί και τα είδη του αέρος είναι κατ’ εξαίρεσιν ελαστικά σώματα. Το κινείσθαι ή κινητόν είναι η κοινή ιδιότητα των σωμάτων να μεταβάλουν τον τόπο ή την κατάστασή τους. Τα υλικά μερίδια από τα οποία σύγκειται ένα σώμα συνέχονται, επειδή έλκουν αμοιβαίως το ένα το άλο. Η έλξη δεν υπάρχει μόνο στα υλικά μερίδια του αυτού σώματος αλά και ολόκληρα σώματα, έστω και αν δεν αγ­γίζουν αμέσως το ένα το άλο, ενεργούν δια της ελκτικής δυνάμεως το ένα στο άλο, ακόμη και όταν απέχουν λίγο τα σώματα μεταξύ τους, όπως αποδεικνύεται δια της πείρας και των παρατηρήσεων.Τον παλαιόν καιρόν ήθελον στοχασθή οι άνθρωποι τα τοιαύτα πειράματα ως ενέργειαν της μαγείας και ήθελον καύσει τον τεχνίτην ως μάγον. Στην ελκτική δύναμη θεμελιώνονται διάφορες τέχνες καθώς η κόλησις, η χρύσωσις, η αργύρωσις, η γάνωσις, η λιθοκόλησις, η τιτάνωσις, η κονίασις κ.α.

9-80