ΕπεξεργασίαEdit

Λεξικόν

οξείδιον

το σώμα το οποίο ενώθηκε με τόσο μόνο οξυγόνο, όσο δεν ήταν αρκετό να το μετατρέψει σε οξύ, αλά το έφερε πλησίον του οξέος. Τα οξείδια διακρίνονται σε φυτικά, ζωικά, μεταλικά.

123