ΕπεξεργασίαEdit

Λεξικόν

νιτρογονικός αήρ

αεροειδές ρευστό, συστατικό του ατμο­σφαιρικού αέρα. Αποτελείται από νιτρογόνο ενωμένο με θερμαντικό. Μένει στην ατμόσφαιρα, όταν τα ζώα και η καύση των σωμάτων απορροφήσουν από αυτή το οξυγόνο. Σβήνει τα αναμμένα κάρβουνα. Δεν βρίσκεται καθαρό, αλά ενωμένο με τον ανθρακικό αέρα. Για να καθαρισθεί ο νιτρογονικός αήρ πρέπει να τον τα­ράξουμε δυνατά στο ύδωρ με το οποίο ο άλος αέρας απορροφάται. Σύμφωνα με την πείρα είναι ελαφρότερος από τον ατμοσφαιρικό αέρα. Τον αποκτούμε δια του πνευματοχημικού εργαστηρίου με ανάλυση αμμωνίου δια των μεταλικών οξειδί­ων. Στην καθαρή του μορφή είναι άχυμος και άοσμος.

297-299