Λεξικόν
σασάφρα (η)
γνήσιο δένδρο των θερμών επαρχιών της Αρκτικής Αμερικής, ήτοι της Καρολίνας, Πενσυλβανίας - Βιργινίας και της Φλώ-ριδας. Το ύψος του φτάνει στα 8-10 πόδια. Ανάγεται στο γένος των Δαφνών. Τα άνθη του είναι κίτρινα προς το κόκκινο. Καρποφορεί κόκκους λευκογάλανους και ωοειδείς καρπούς, που στηρίζονται σε λευκοκόκκινους κάλυκες. Το δένδρο αυτό καλιεργείται επιμελώς στην Αμερική, διότι η φλούδα, το ξύλο και η ρίζα του είναι ιατρικό κοινό και ωφέλιμο και επομένως αξιόλογο μεταξύ των λοιπών δυτικο-ινδι-κών εμπορικών υλών. (σημ.: σασσαφράς, φυτόν δαφνοειδές σάσσαφρον.)
1-2