ΕπεξεργασίαEdit

Λεξικόν

σώμα

αποτελείται εξ ύλης και είδους. Οι δύο δυνάμεις, ελκτική και αποκρουστική, εμφωλεύουν εξ ανάγκης στην ύλη των σωμάτων, αν και με διαφορετικό τρόπο, δηλαδή σε κάποια σώματα είναι μεγαλύτερη η συνεκτική, σε κάποια περισσότερη η αποκρουστική και σε κάποια άλα υπάρχουν επίσης και οι δύο. Έτσι τα μέρη του πάγου δείχνουν μεγαλύτερη συνοχή από αυτά του ύδατος, διότι δυσκολότερα αποχωρίζονται μηχανικώς τα μέρη του πάγου παρά του ύδατος. Ακόμη λιγότερη συνοχή δείχνουν τα μέρη του βραστού ύδατος, διότι αυτό εκτεί­νεται σε μεγαλύτερο όγκο και υψώνεται στο αγείο. Αλά ο ατμός ο οποίος βγαίνει από το αγείο φανερώνει αποκρουστική δύναμη δια της οποίας τα υδατώδη μέρη αποχωρίζονται από όλο το ύδωρ και φεύγουν απ’ αυτό ως καπνός. Το ελαστικό κόμμι φανερώνει επίσης και τη συνεκτική και την αποκρουστική δύναμη, επειδή τα μόριά του συνθλιβόμενα και εκτεινόμενα επανέρχονται στην αρχική τους θέση. Οι δύο λοιπόν αυτές δυνάμεις δίδουν στα μέρη των σωμάτων διαφορετική σύστα­ση και στερεότητα και σχηματίζουν σώματα κατά διάφορα είδη ή μορφές. Έτσι τα σώματα διαιρούνται σε στερεά —σκληρά, μαλακά ή απαλά, θραυστά, ελατά— και ρευστά — ροώδη, αερόμορφα ή αέρας. Η ισχυρή συνοχή των σωμάτων προξενεί-ται πολές φορές από την προπαρασκευή της ύλης. Π.χ άκλωστο βαμβάκι, λινάρι ή μαλί είναι ασθενή κατά τη συνοχή, όταν όμως κλωσθούν γίνονται σταθερά και αν είναι πάρα πολύ κλωσμένα εξασθενούν, διότι εκτείνονται πολύ και χάνεται η συνοχή ή προσκρεμάμενα από βάρη κόβονται ευκολότερα. Τα μέταλα, χρυσός, μόλυβδος με μέτρια σφυρηλασία γίνονται σταθερά, με υπερβολική γίνονται ασθενή, θραυστά και ραγίζονται εύκολα. Η κράση των μετάλων, του ενός με το άλο, με­ταβάλει επίσης την ισχύ της συνοχής τους. Αν διαιρέσουμε μηχανικώς τα σώματα, βρίσκουμε μέρη ανόμοια με το σύνολο. Θραύοντας πέτρες, βλέπουμε μέρη μη έχο­ντα ομοιότητα προς το όλον. Αυτά ονομάζονται σώματα ανομοιομερή. Αντιθέτως τα μικρότατα μερίδια άλων σωμάτων είναι όμοια με την ύλη του όλου από το οποίο λαμβάνονται και αυτά ονομάζονται ομοιομερή. Τέτοια είναι η κιμωλία, το κινάβαρι, το θείο, η ύαλος, το ύδωρ, ο αήρ, κ.λ.π Αυτά τα ομοιομερή μέρη, αν και δεν μπορού­με να παρατηρήσουμε σ’αυτά ίχνος ανομοίων μερών, είναι όμως ως επί το πλείστον σύνθετα. Η κιμωλία αποτελείται από τίτανο, είδος γης και ανθρακικό αέρα. Το κι­νάβαρι από υδράργυρο και θείο. Η διαίρεση - ανάλυση των μερών αυτών σε επιμέ­ρους μέρη δεν γίνεται με μαχαίρια, ψαλίδια, σφυρί ή άλο μηχανικό όργανο, αλά με την προσθήκη τρίτου σώματος. Αν π.χ. στην κιμωλία χύσουμε ένα από τα λεγόμενα οξέα, λ.χ θειικό οξύ, ο ανθρακικός αέρας του οποίου την παρουσία δεν γνωρίζαμε, θα αναχωρήσει. Και η κιμωλία θα γίνει τίτανος, αλά αμέσως θα ενωθεί με το θειικό οξύ. Η ανάλυσις λοιπόν ομοίων σωμάτων δεν γίνεται με μηχανικά όργανα, αλά με τις ενοικούσες στην ύλη δυνάμεις. Και επειδή η ανάλυση αυτή είναι μέρος της φυ­σικής επιστήμης που ονομάζεται Χημεία, γι’ αυτό ονομάζεται χημική ανάλυσις. Τα συστατικά μέρη στα οποία το σώμα, που φαίνεται ομοιομερές αναλύεται είναι και αυτά ως επί το πλείστον σύνθετα και αναλύονται σε άλα. Τα δε απλά τα οποία δεν επιδέχονται περαιτέρω ανάλυση ονομάζονται στοιχεία. Και ενώ παλαιά τα στοιχεία θεωρούνταν 4 (γη, ύδωρ, αήρ, πυρ), οι νεότεροι με ακριβή και ορθά πειράματα βρή­καν ότι είναι πολύ περισσότερα. Ο ατμοσφαιρικός αέρας, ο οποίος παλαιά θεωρείτο απλός, σύμφωνα με τα πειράματα των νεωτέρων αποτελείται από οξυγονικό αέρα (<οξυγόνο, πυρ), παυσίζωον (<άζωτον πυρ) ανθρακικόν αέρα (<πυρ ανθρακικόν οξύ < άνθρακα όξυγόνον). Πολά σώματα δεν μπορούμε να τα αναλύσουμε περισ­σότερο. Αλά δεν μπορούμε να τα εκλάβουμε ως στοιχεία. Και επειδή ως τώρα είναι αδιαίρετα, αυτό δε σημαίνει ότι είναι καθ’ εαυτά ανεπείδεκτα άλης διαιρέσεως και αναλύσεως. Διότι ούτε οι αισθήσεις μας ούτε τα όργανά μας έχουν τη δυνατότητα να μας παραστήσουν τα αληθινά στοιχεία των σωμάτων. Όσα αποδίδονται σε όλα τα σώματα σε κάθε τόπο και χρόνο, σε κάθε θέση και αλοίωση, ονομάζονται κατηγορούμενα των σωμάτων. Όσα αρμόζουν μόνον σε κάποια, λέγονται ιδιότητες των σωμάτων, όπως ρευστόν, στερρόν, διαφανές, σκιερόν, τα οποία είναι φανερόν ότι δεν ισχύουν για κάθε σώμα. Κατηγορούμενα των σωμάτων είναι: το τριχή διαστα-τό (κάθε σώμα το εννοούμε εκτεταμένο κατά μήκος, πλάτος και βάθος), το σχήμα, το πορώδες (τα σώματα είναι πορώδη, έχουν μεταξύ των μερών της ύλης τους τόπους κενούς από ύλη, πόρους. Εις τους χρόνους μας είναι δύο δόξαι επικρατούσαι περί πό­ρων. Διότι άλοι μεν υπολαμβάνουν ότι οι μεταξύ πόροι είναι πάσης ύλης κενοί, άλοι δε ότι το κενόν είναι πράγμα ανύπαρκτον), το διαιρετόν, το αδιαχώρητον, η συνοχή (εις όλα τα σώματα βρίσκεται μια δύναμις δια της οποίας συνέχονται και συγκρατού­νται τα μόριά τους πράγμα το οποίον διδάσκει η καθημερινή πείρα), η απόκρουσις (δύναμις εναντία της συνοχής ήτις κατηγορείται εις όλα τα σώματα), το ελαστικόν των σωμάτων ή ελαστική δύναμις (εκ τη συνεκτικής και αποκρουστικής δυνάμεως γεννάται άλη, δια της οποίας τα σώματα λυγιζόμενα ή εκτεινόμενα ή συνθλιβόμενα μεταβάλουν το σχήμα τους και το αναλαμβάνουν πάλι), η βαρύτης.

4-19