ΕπεξεργασίαEdit

Λεξικόν

οξύ ανθρακικόν

βαρύτατος αέρας τον οποίο η φύση έκανε περισσό­τερο για να βλάπτει παρά για να ωφελεί. Ευθύς θανατώνει ζώα και πουλιά. Ελευ­θερώνεται από ζυμωμένα σταφύλια (τζίπουρα) και από σπήλαια της γης. Τον βγά­ζουμε επίσης με τη χημική τέχνη, ενώνοντας ασβεστομάρμαρο, ύδωρ, θειικό οξύ, κ.λπ (σημ.: διοξείδιο του άνθρακα.)

108