Βιογραφίες

Μοισιόδακας Ιώσηπος [1725/1730, Τσερναβόδα - 1800(;), Βουκουρέστι(;)]

Διδάσκαλος και συγγραφέας, ο Ιώσηπος Μοισιόδακας υπήρξε θιασώτης των ιδεών του Διαφωτισμού εισάγοντας νέα εκπαιδευτικά πρότυπα στο χώρο της ελληνόφωνης παιδείας. Καινοτόμος ως προς τις φιλοσοφικές και κοινωνικές του αντιλήψεις κατόρθωσε να επηρεάσει -παρά τη δριμύτατη κριτική που δέχτηκε από κύκλους της παράδοσης- τη σύγχρονή του και κυρίως τη νεότερη γενιά των λογίων του νεοελληνικού διαφωτισμού.

Γεννήθηκε στο χωριό Τσερναβόδα Δοβρουτσάς της βορειανατολικής Βουλγαρίας. Το οικογενειακό του επώνυμο παραμένει άγνωστο καθώς το ''Μοισιόδαξ'' δηλώνει εθνική προέλευση. Μοισιόδακες αποκαλούσαν οι Έλληνες λόγιοι τους ρουμανόφωνους κατοίκους της βόρειας Βουλγαρίας. Το κοσμικό του όνομα ήταν μάλλον Ιωάννης. Μετονομάστηκε Ιώσηπος όταν χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος -άγνωστο πότε. [Σάθας, 1868: 563 και ΕΕΕ, 1987: 224]

Διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα ίσως κάπου στη Βλαχία ή τη Θράκη και το 1752 μετέβη στη Θεσσαλονίκη, όπου μαθήτευσε κοντά στον λόγιο Ιαννακό, υπέρμαχο της παραδοσιακής αριστοτελικής φιλοσοφίας. Η επιθυμία του για καλύτερη μόρφωση θα τον φέρει τον επόμενο χρόνο στη Σμύρνη. Ωστόσο, γρήγορα θα απογοητευτεί καθώς οι παραδόσεις του Ιερόθεου Δενδρινού, δασκάλου τότε στην Ευαγγελική Σχολή και υποστηρικτή της παράδοσης και της γραμματικής μόρφωσης, δεν ανταποκρίθηκαν στις πνευματικές του αναζητήσεις [Κιτρομηλίδης, 1985: 36-39]. Στο σύντομο διάστημα που παραμένει στην πόλη θα απευθυνθεί στον μητροπολίτη Νεόφυτο και τους λοιπούς προύχοντες, προκειμένου να λάβει οικονομική ενίσχυση και να μεταβεί στη Δύση για σπουδές. Στο αίτημά του αυτό, όμως, θα συναντήσει την έντονη αντίδραση του Ι. Δενδρινού, που ισχυρίστηκε πως εκείνοι που μετέχουν της δυτικής παιδείας γίνονται άθεοι επηρεάζοντας μετά την επιστροφή τους και άλλους. [Δημητρακόπουλος, 1871: 94]

Επόμενος σταθμός του η Αθωνιάδα Σχολή του Αγίου Όρους, την οποία διεύθυνε ο Ευγένιος Βούλγαρης κατά τη διετία 1754-1755. Εικάζεται πως ο Μοισιόδακας βρισκόταν εκεί από το φθινόπωρο του 1753 παρακολουθώντας τις πρώτες κιόλας παραδόσεις του Βούλγαρη. Κοντά του διδάχθηκε τόσο φιλοσοφία (δηλαδή λογική, εισαγωγή στη φιλοσοφία και μεταφυσική), όσο και μαθηματικά, στα οποία περιλαμβάνονταν η αριθμητική, η γεωμετρία, η φυσική και η κοσμογραφία. Μεταξύ των εγχειριδίων που χρησιμοποιούνταν στη σχολή ήταν η Λογική του D.B. Duhamel, η Μεταφυσική του Gehonesi, τα Στοιχεία Aριθμητικής του G. Wolff, τα Στοιχεία Γεωμετρίας του A. Tacqet κ.α. Είναι η περίοδος, όπου εισάγεται στη νεότερη φιλοσοφία και επιστήμη των δυτικών διανοητών και έρχεται σε επαφή με το πνεύμα του Διαφωτισμού [ΕΕΕ, 1987: 225]. Συμμαθητές του στην Αθωνιάδα υπήρξαν μεταξύ άλλων ο Χριστόδουλος Παμπλέκης, ο Αθανάσιος Πάριος, ο Σέργιος Μακραίος και ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ενώ με τον κύκλο αυτό συνδέονταν, επίσης, ο επίσκοπος Καμπανίας Θεόφιλος και ο Θεόκλητος Πολυείδης.

Το 1756, όπως ο ίδιος αναφέρει, βρίσκεται στη Σίφνο και κατόπιν στη Μύκονο [Δημητρακόπουλος, 1871: 94]. Εικάζεται πως κατά τη διαμονή του στη Σίφνο δίδασκε στο ''Κοινόν Παιδευτήριον του Αρχιπελάγους'' και αντιστοίχως ότι μετέβη στη Μύκονο προκειμένου να αναλάβει εκ νέου επαγγελματικές υποχρεώσεις. Πιθανό κίνητρο της δραστηριότητας που ανέπτυξε στις Κυκλάδες είναι η συγκέντρωση των απαιτούμενων χρημάτων, ώστε να σπουδάσει στη Δύση. Αυτή του η επιθυμία πρόκειται να υλοποιηθεί τρία χρόνια αργότερα. Στο μεταξύ φέρεται να παρέμεινε στην Αθήνα για κάποιο διάστημα, το οποίο υπολογίζεται ανάμεσα στα 1756-1758. [ΕΕΕ, 1987: 225]

Την άνοιξη του 1759 μαρτυρείται η παρουσία του ως ιεροδιακόνου στον ελληνικό ναό του Αγίου Γεωργίου στη Βενετία, απ’όπου κηρύττει τις Κυριακές της Σαρακοστής του ίδιου χρόνου. Αυτή την περίοδο εγγράφεται στην Ιατροφιλοσοφική Σχολή της Πάδοβας παρακολουθώντας μαθήματα φυσικής φιλοσοφίας πιθανότατα μέχρι και το 1762. Ανάμεσα στους δασκάλους του συγκαταλέγονται ο G.Poleni, διδάκτορας πειραματικής φιλοσοφίας, ο G.A. Colombo, που κατείχε τότε την έδρα της αστρονομίας, γεωγραφίας και μετεωρολογίας, καθώς και ο Κωττωνιανός Σίμωνας Στρατηγός, που ειδικευόταν στις τεχνικές εφαρμογές διαφόρων μαθηματικών κλάδων [Κιτρομηλίδης, 1985: 64]. Σύμφωνα με τον Σάθα, στο Πατάβιο σπούδασε εκτός από τα παραπάνω και τη λατινική, γαλλική και ιταλική γλώσσα. [Σάθας, 1868: 563 και ΕΕΕ, 1987: 225]

Για τη δράση του τα επόμενα τρία χρόνια δεν διαθέτουμε πληροφορίες. Το 1765 αποδέχεται πρόταση του νέου ηγεμόνα της Μολδαβίας Γρηγορίου Αλεξάνδρου Γκίκα να αναλάβει τη διεύθυνση της Αυθεντικής Σχολής του Ιασίου. Διορίζεται, λοιπόν, σχολάρχης και δάσκαλος της φιλοσοφίας συμμετέχοντας στην προσπάθεια του ηγεμόνα να προωθήσει το εκπαιδευτικό μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα. Η έναρξη των παραδόσεών του τοποθετείται στο φθινόπωρο του ίδιου χρόνου, ενώ στο πρόγραμμα των μαθημάτων του πρόκειται να συμπεριληφθούν τα νεότερα μαθηματικά, η φυσική και η γεωγραφία. Ανάμεσα στις καινοτομίες που εισάγει εντάσσεται και η υιοθέτηση από μέρους του της ορθολογικής μεθόδου έναντι της σχολαστικής λογικής και οντολογίας. Οι παραπάνω νεωτεριστικές προτάσεις του, όμως, από κοινού με τον παραγκωνισμό της γραμματικής και ρητορικής της αρχαίας γλώσσας, προκάλεσαν τις αντιδράσεις κύκλων που στήριζαν την παράδοση. Το έργο του πρόκειται να διακοπεί όταν στα 1766 παραιτείται -συν τοις άλλοις και- για λόγους υγείας. [ΕΕΕ, 1987: 225]

Θα μεταβεί στο Βουκουρέστι και έπειτα από δέκα περίπου χρόνια θα επανέλθει στο Ιάσιο. Οι μαρτυρίες που αφορούν στη δράση του το διάστημα αυτό είναι λιγοστές ίσως κι εξαιτίας της γενικότερης αναστάτωσης που προκάλεσε ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1768-1774). Φαίνεται, όμως, πως λίγο πριν την έναρξη του πολέμου στη δακική πρωτεύουσα, ο Ι. Μοισιόδακας κατευθύνθηκε στη νότια Βλαχία προς αναζήτηση θερμότερου κλίματος [Κιτρομηλίδης, 1985: 93-94]. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν ασχολείται με τη μελέτη μαθηματικών και φυσικών κειμένων και τη συγγραφή. Είναι η περίοδος που επεξεργάζεται τις σημειώσεις των παραδόσεών του και προβαίνει σε μια πρώτη σύνθεση της γεωγραφικής πραγματείας του, έργο που εκδίδεται στη Βιέννη το 1781.

Αφορμή για την επάνοδό του στην Αυθεντική σχολή του Ιασίου είναι η πρόσκληση που του απευθύνει εκ νέου ο Γρ. Γκίκας να αναλάβει τη σχολαρχεία μετά την αποχώρηση του Νικηφόρου Θεοτόκη [Δημητρακόπουλος, 1871: 95]. Αποδέχεται την πρόταση για τη διεύθυνση της σχολής, στην οποία του ανατίθεται και η διδασκαλία των θετικών επιστημών. Για δυόμισι μήνες περίπου ασχολείται με την μετάφραση της Μαθηματικής Οδού του Γάλλου A. Caille, που κρίνει καταλληλότερη από το διδακτικό βοήθημα του Α. Tacqet. Θα αρχίσει τις παραδόσεις του μετά την ολοκλήρωση του έργου αυτού. Εξαιτίας της έντονης πολεμικής που του ασκήθηκε για μια ακόμη φορά -ιδιαίτερα από τον συνάδελφό του καθηγητή της γραμματικής- θα διδάξει μαθηματικά και γεωγραφία για τέσσερις μόνο μήνες. Πριν την αποχώρησή του κυκλοφορεί έξι ιδιόγραφα κείμενα με παραδόσεις του υπογεγραμμένα από μαθητές του προς δικαίωση της διδασκαλίας.

Θα ακολουθήσει τετραετής περιπλάνησή του σε διάφορα ευρωπαϊκά κέντρα, όπου πρόκειται να δραστηριοποιηθεί για την έκδοση των έργων του και να διευρύνει τους πνευματικούς του ορίζοντες μελετώντας σε βιβλιοθήκες. Το 1777 βρίσκεται στο Πρασοβόν (Braşov) της Τρανσυλβανίας, γνωστό ως τουριστικό θέρετρο και κέντρο διασύνδεσης των ελληνικών εμπορικών παροικιών της Ουγγαρίας και Τρανσυλβανίας. Εκεί συναντάται με τον γιατρό Θεοδωράκη, με τον οποίο πρόκειται να έλθει σε αντιπαράθεση για επιστημονικής φύσεως θέματα. Λίγο πριν την αποχώρησή του από την πόλη, ο Μοισιόδακας θα του στείλει συστηματική έκθεση, όπου επιχειρηματολογεί υπέρ των θέσεών του και ανατρέπει τις απόψεις του αντιπάλου του. [Κιτρομηλίδης, 1985: 107-110]

Στη συνέχεια θα περιηγηθεί σε ελληνικές παροικίες της κεντρικής Ευρώπης σύμφωνα με τις επιταγές του εκδοτικού του προγράμματος και θα έλθει σε επαφή με εμπόρους φίλους του -κυρίως Μοσχοπολίτες, Καστοριανούς και Σιατιστινούς- για την προώθηση των σχεδίων του. Έτσι, σε επίσκεψή του στην Πέστη της Ουγγαρίας θα εξασφαλίσει την οικονομική ενίσχυση του Θεόδωρου Ιωάννου Γκίκα και του Ναούμ Μιχαήλ Μόσχας για την εκτύπωση του παιδαγωγικού του συγγράμματος Πραγματεία Περί παίδων αγωγής. Επόμενος σταθμός του η Βενετία, όπου στις αρχές του 1779 θα εκδώσει το σύντομο φυλλάδιο πολιτικής θεωρίας Παραλλαγή του προς Νικοκλέα λόγω… και ακολούθως το παραπάνω παιδαγωγικό του κείμενο. Την ίδια χρονιά γνωρίζεται στη Βενετία με τον Γάλλο ελληνιστή Ζ. Villoison. [ΕΕΕ, 1987: 225]

Το 1780 θα βρεθεί στη Βιέννη για να τυπώσει την Απολογία του και θα έλθει σε επαφή με τον καθηγητή Alter. Ο τελευταίος αναγνωρίζει στο Μοισιόδακα τη γνωστική του κατάρτιση σε θέματα νεότερης φιλοσοφίας, αλλά και την έλλειψη ενδιαφέροντος που επιδεικνύει για την εκκλησιαστική παιδεία [Δημητρακόπουλος, 1871: 96]. Τον επόμενο χρόνο πρόκειται να κυκλοφορήσει εκεί το γεωγραφικό του σύγγραμμαΘεωρία της Γεωγραφίας.

Στο διάστημα της διετούς σχεδόν παρουσίας του στην αυστριακή πρωτεύουσα μελετά στην αυτοκρατορική βιβλιοθήκη, ενώ παράλληλα αναπτύσσει φιλικές σχέσεις με Έλληνες εμπόρους με σκοπό την ευόδωση της εκδοτικής του δράσης [ΕΕΕ, 1987: 225]. Με ορισμένους μάλιστα από αυτούς προβαίνει στη σύναψη εμπορικών συμφωνιών για τη χρηματοδότηση του έργου του. Μεταξύ εκείνων που τον βοήθησαν αναφέρονται οι Νικόλαος Κωστίκας, Παύλος Χατζημιχαήλου και Κωνσταντίνος Κουσκουρούλης. Από τη Βιέννη, επίσης, επιδίωξε την εύνοια των ηγεμόνων στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Έτσι, με την ελπίδα ενδεχόμενης οικονομικής στήριξης για την ολοκλήρωση του εκδοτικού του προγράμματος, τους αφιέρωσε το γεωγραφικού περιεχομένου έργο του [Κιτρομηλίδης, 1985: 134]. Η κίνησή του αυτή χωρίς να αποδώσει τα επιθυμητά αποτελέσματα του εξασφάλισε, ωστόσο, μια θέση εργασίας στην ηγεμονική αυλή λύνοντας προσωρινά το βιοποριστικό του πρόβλημα.

Μετά την έκδοση, λοιπόν, του έργου του αναχωρεί για το Βουκουρέστι, όπου φτάνει το 1781. Εκεί εργάζεται για κάποιο διάστημα ως οικοδιδάσκαλος των γιων του ηγεμόνα της Βλαχίας Αλέξανδρου Υψηλάντη. Θα παραμείνει στη θέση αυτή μέχρι την πτώση του τελευταίου, ενώ με την άνοδο του Μ. Σούτσου στο θρόνο της ηγεμονίας θα αναπτερωθούν οι προσδοκίες του για πιθανή στήριξη του εκδοτικού του έργου. Οι σκέψεις του αυτές βασίζονταν στην επιρροή του στον ηγεμόνα του γραμματέα του θρόνου Παναγιώτη Κοδρικά, ο οποίος ανήκε στον κύκλο του Δ. Καταρτζή και έτρεφε μεγάλη εκτίμηση για το πρόσωπο του Μοισιόδακα [Κιτρομηλίδης, 1985: 144-149]. Η άρνηση, όμως, του ηγεμόνα να συνδράμει οικονομικά θα ματαιώσει τα σχέδιά του τελευταίου περιορίζοντας την εκδοτική του δράση στην κυκλοφορία του ολιγοσέλιδου φυλλαδίου του Σημειώσεις Φυσιολογικές (1784).

Μέχρι το φθινόπωρο του 1784 βρίσκεται στο Βουκουρέστι, ενώ οι πληροφορίες για τη δράση του κατά τα επόμενα είκοσι χρόνια της ζωής του είναι λιγοστές και συγκεχυμένες. Πρόκειται μάλλον για μια περίοδο απομόνωσης και συμβιβασμού εξαιτίας των βιοποριστικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε. Από το Μάρτιο του 1797 μέχρι και το Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου φέρεται να διδάσκει στην Ακαδημία του Βουκουρεστίου, γεγονός που ίσως να σχετίζεται με την σύντομη επάνοδο στο θρόνο της Βλαχίας του Αλ. Υψηλάντη (1796-1797). Θα πεθάνει στις αρχές του 19ου αιώνα πιθανότατα στο Βουκουρέστι. Η ακριβής χρονολογία του θανάτου του εντοπίζεται στα 1800 ή σύμφωνα με άλλες πηγές στα 1804. [Δημητρακόπουλος, 1871: 96 και Κιτρομηλίδης, 1985: 163]

Ο Ιώσηπος Μοισόδακας ασχολήθηκε με τη συγγραφή φιλοσοφικού περιεχομένου έργων, αλλά και επιστημονικών εγχειριδίων και παιδαγωγικών κειμένων. Η Ηθική Φιλοσοφία του αποτελεί μετάφραση του αντίστοιχου έργου του Ιταλού φιλοσόφου Λουντοβίκο Αντώνιο Μουρατόρι, που εξέδωσε φοιτητής ακόμη στη Βενετία (1761/2). Πρόκειται για την πρώτη συγγραφική και εκδοτική του απόπειρα, που αντανακλά τους προβληματισμούς του αναφορικά με την παιδεία και την ελληνική κοινωνία. Στα προλεγόμενα του έργου κάνει λόγο για την ανάγκη υιοθέτησης μιας νέας ηθικής -σύμφωνης με τις ιδέες του Διαφωτισμού- ως τη βάση μιας οποιαδήποτε μορφωτικής ή πολιτισμικής ανασυγκρότησης για τους λαούς των Βαλκανίων [ΕΕΕ, 1987: 225]. Γενικά, ως προς τις φιλοσοφικές του πεποιθήσεις συγκλίνει -όπως και ο Δ. Καταρτζής- προς μια ωφελιμιστική τοποθέτηση κατά τα πρότυπα της νεότερης δυτικής σκέψης. Έτσι, εγκαταλείπει την υπερβατική αξιολογία προτείνοντας μια φιλελεύθερη πνευματική στάση επικεντρωμένη στα εγκόσμια.

Τόσο οι φιλοσοφικές του αντιλήψεις όσο και οι παιδαγωγικές του απόψεις, τροφοδοτούνται και μετασχηματίζονται μέσα από τα μηνύματα του ευρύτερου περιβάλλοντός του. Ο Μοισιόδακας αντιλαμβάνεται αφενός τις ανησυχίες και αναζητήσεις του κύκλου του των Ελλήνων -και όχι μόνο- λογίων και αφετέρου τις πνευματικές ανάγκες της κοινωνίας. Στο εκπαιδευτικού περιεχομένου σύγγραμμά τουΠαιδαγωγία (Βενετία, 1779), εκθέτει τις αρχές και τις μεθόδους της ορθής -κατά τη γνώμη του- παιδαγωγικής. Οι αλλαγές που προτείνει όσον αφορά το χώρο της παιδείας, είναι το αποτέλεσμα μιας κριτικής εξέτασης τη εμπειρίας του στην ελληνόφωνη εκπαίδευση με βάση τις απόψεις του John Locke [ΕΕΕ, 1987: 225 και Κιτρομηλίδης, 1985: 126-127]. Στην πράξη, ο Μοισιόδακας όντας σχολάρχης στο Βουκουρέστι τέθηκε υπέρ του διαχωρισμού της διδασκαλίας της φιλοσοφίας από τη θεολογία και κατά του παραδοσιακού σχολαστικού εκπαιδευτικού συστήματος. Υποστήριξε, ακόμη, την εκμάθηση της απλοελληνικής και άλλων νεότερων γλωσσών έναντι της αρχαίας ελληνικής, ενώ προώθησε και μια νέα ανθρωπιστική προσέγγιση αναφορικά με τη στάση του δασκάλου απέναντι στο μαθητή και την κοινωνία εν γένει.

Το παιδαγωγικό πρότυπο, όμως, που υιοθέτησε -και ειδικότερα οι γλωσσικές του αντιλήψεις- προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις σε ιδεολογικό και προσωπικό επίπεδο. Κατηγορήθηκε, λοιπόν, ως άθεος και λατινόφρονας, που παραδίδει 'μπακάλικα' μαθήματα στη νεοελληνική λόγω άγνοιας της αρχαίας -η νύξη αναφέρεται στην μη ελληνική καταγωγή του [Κιτρομηλίδης, 1985: 101-103]. Ωστόσο, παρά τη χρήση της απλής γλώσσας στα συγγράμματά του, την οποία υπαγόρευε η ανάγκη για μόρφωση των περισσοτέρων, στα μεταγενέστερα έργα του καταφεύγει στην αρχαΐζουσα. Πρόκειται για τις συγγραφές της τελευταίας 20ετίας της ζωής του, όπου είναι εμφανής η τάση του να συμβιβαστεί λόγω των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε. [Κιτρομηλίδης, 1985: 152]

Εξάλλου, η μεταγενέστερη επιλογή των θεμάτων από την επικαιρότητα στα επιστημονικού περιεχομένου κείμενά του, ίσως να υποκινείται από τις βιοποριστικές του ανάγκες. Στην προσπάθειά του, λοιπόν, να προκαλέσει το ενδιαφέρον του ευρύτερου κοινού -και κυρίως οικονομικών συντελεστών που θα προωθήσουν το έργο του- επιδιώκει να αποδείξει την πρακτική χρησιμότητα των επιστημονικών γνώσεων. Έτσι, στο φυλλάδιο του Σημειώσεις Φυσιολογικές ασχολείται με την ερμηνεία -από εμπειρική και ορθολογική σκοπιά- μετεωρολογικών φαινομένων, όπως εκείνου της παρατεταμένης ομίχλης, καθώς και του επίμαχου για τον 18ο αιώνα ζητήματος των παλιρροιών [ΕΕΕ, 1987: 225]. Άλλες απόψεις του για την επιστήμη και τη φυσική φιλοσοφία αναπτύσσει στο έργο του Θεωρία της Γεωγραφίας, όπου τάσσεται υπέρ της ηλιοκεντρικής θεωρίας αναφέροντας τα επιχειρήματα προς στήριξή της. Στο κείμενο, όπου κάνει χρήση της μαθηματικής γλώσσας, αποδέχεται τις παραδοχές της σύγχρονής του νευτώνειας φυσικής.

Τέλος, ενδεικτική της κριτικής σκέψης του Ι. Μοισιόδακα είναι η Απολογία του, έναυσμα για την συγγραφή της οποίας υπήρξε η διένεξή του με ιερωμένο εκφραστή της νεοαριστοτελικής φιλοσοφίας κατά τη διάρκεια της σχολαρχείας του στα 1765/6. Εκεί εκθέτει τις φιλοσοφικές και κοινωνικές του αντιλήψεις προσπαθώντας να αναιρέσει όσες κατηγορίες εις βάρος του είχαν διατυπωθεί κατά καιρούς [Σάθας, 1868: 563]. Ο Ιώσηπος Μοισιόδακας συνέγραψε, σύμφωνα με τον Δημητρακόπουλο, εκτός από τα παραπάνω και μία Αριθμητική, που εκδόθηκε στα 1781 στη Βιέννη, ενώ κατά τον Ζαβίρα και μία Λογική. Ο Α. Γαζής, πάλι, υποστηρίζει ότι υπήρξε ο συντάκτης Στοιχείωνμαθηματικών και φυσικής. Ο ίδιος ο Μοισιόδακας, επίσης, αναφέρει ότι μετέφρασε τμήμα των Μαθηματικών Στοιχείων του Τacquet (μέχρι και την τριγωνομετρία), και των Μαθηματικών του Caille. [Δημητρακόπουλος, 1871: 96] 

Εργογραφία


  • Ηθική Φιλοσοφία, Βενετία, 1761-2
  • Παραλλαγή του προς Νικοκλέα λόγου ή Κεφάλαια Πολιτικά, Βενετία, 1779
  • Περί παίδων αγωγής ή Παιδαγωγία, Βενετία, 1779
  • Απολογία, Βιέννη, 1780
  • Θεωρία της Γεωγραφίας, Βιέννη, 1781
  • Σημειώσεις Φυσιολογικαί, Βουκουρέστι, 1784
  • Οδός Μαθηματική του Α. Caille (μετάφραση)
  • Στοιχεία Μαθηματικών του A. Tacquet (μετάφραση)
  • Οδοί Φυσικής, (ανέκδοτο)
  • Επιτομή Αστρονομίας κατά τους Νεωτέρους, (ανέκδοτο)
Ε. ΑΜΥΓΔΑΛΑΚΗ 
Α. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ


 

Ενδεικτική Βιβλιογραφία


Ξενόγλωσση Βιβλιογραφία

  • Camariano-Cioran A., (1966), ''Un directeur éclairé à l’Académie de Jassy il y a deux siècles: Iosip Moisiodax'', Balkan Studies 7, 297-332.
  • Ciganci O., (1989), ''Une lettre inédite de Joseph Moesiodax'', RESEE 27, 65-71.
  • Duţu A., (1971), Les livres de sagesse dans la culture roumaine. Introduction à l’histoire des mentalités sud-est européennes, Bucarest.
  • Karathanassis A., ''Dositej Obradovič et Jossipos Moesiodax; points de rencontre et divergences dans l’Aufklärung balkanique'', Fifth Greec-Serbian Symposium, p. 155-161.
  • Kinini K., (1976), Le Discours à Nicoclès par Misiodax, Ελληνικά, τ. 29, σ. 61-114.
  • Kitromilides P., (1989), ''Cultural Change and Social Criticism: The Case of Iossipos Moisiodax'', History of European Ideas 10, 667-676.


Ελληνική Βιβλιογραφία

  • Αγγέλου Α., (1976), ''Ένας συγγραφέας ανιχνεύει το κοινό του. Η ‘Απολογία’ του Ιώσηπου Μοισιόδακα'', Ο Πολίτης, τχ. 7, σ. 37-45.
  • Αγγέλου Α., (1976), Ιώσηπος Μοισιόδακας, ‘Απολογία’, Αθήνα.
  • [Αναστασιάδης Μ. Α. (;)]., (1971), ''Πρόδρομοι του Ελληνικού Διαφωτισμού'', Ο Φυσικός Κόσμος, τχ. 25, σ. 15-19.
  • Βοσταντζής Ν., (1948), ''Οι γλωσσικές ιδέες Ιωσήπου του Μοισιόδακος'', Κυπριακά Γράμματα, τχ. 13, σ. 27-31.
  • Δαπόντες Ν., (1980), ''Η φυσική μέσα από το βιβλίο ‘Απολογία’ του Ιώσηπου Μοισιόδακα'', Επιθέωρηση Φυσικής 2, τχ. 6-7, σ. 43-47.
  • Δημαράς Κ.Θ., (1980), ''Ειδήσεις για τον Μοισιόδακα από τα ύστερά του χρόνια'', Ο Ερανιστής, τ. 16, σ. 143-150.
  • Δημητρακόπουλος Α., (1871), Προσθήκαι και διορθώσεις εις την Νεοελληνική Φιλολογία του Κωνσταντίνου Σάθα, Λειψία.
  • [ΕΕΕ=]. Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, (1987), τ. 6, Αθήνα.
  • Ζαβίρας Γ., (1872), Νέα Ελλάς ή Ελληνικόν Θέατρον.
  • Καραποστόλης Β., (1987), ''Ιδέες και πρόσωπα'', Τα Ιστορικά, τχ. 7, σ. 205-208.
  • Καραφύλλης Γρ., (1922), ''Η Παιδαγωγία του Μοισιόδακα και η έννοια της αγωγής'', Τα Εκπαιδευτικά, τχ. 27-28 σ. 180-188.
  • Κιτρομηλίδης Π., (1985), Ιώσηπος Μοισιόδακας. Οι συντεταγμένες της δυτικής σκέψης τον 18ο αιώνα, Αθήνα.
  • Κιτρομηλίδης Π., ''Ο δάσκαλος του Ρήγα'', Φεραί-Βελεστίνο-Ρήγας, τ. Α΄, σ. 511-518.
  • Μαρινέσκου Φ., ''Τα εγχειρίδια των μαθηματικών επιστμών στον ρουμανικό χώρο στην περίοδο της Τουρκοκρατίας'', Οι μαθηματικές επιστήμες στην Τουρκοκρατία, σ. 69-75.
  • Νούτσος Π., (1982), ''Ιώσηπος Μοισιόδαξ: Ορισμός και διαίρεση της Μεταφυσικής'', Δωδώνη, τ. 11, σ. 321-336.
  • Παπαστάθης Χ., (1988), ''Ανέκδοτη επιστολή του Ιωσήπου Μοισιόδακα προς τον μητροπολίτη Καρλοβικίων'', Αφιέρωμα στον Εμμανουήλ Κριαρά -Πρακτικά Επιστημονικού Συμποσίου (3 Απριλίου 1987)-, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, σ. 255-260, Θεσσαλονίκη.
  • Πρίντζιπας Γ., (1979), ''Ιώσηπος Μοισιόδαξ ο πρώτος νεοέλληνας παιδαγωγός'', Ο Εφημέριος, τ. 28, σ. 569-577.
  • Σάθας Κ., (1868), Νεοελληνική Φιλολογία, Αθήνα.
  • Τζώγας Χ., (1974), ''Ο ιεροδιάκονος Ιώσηπος Μοισιόδακας'', ΕΕΘΣΠΘ, τ. 19, σ. 253-281.
  • Υδρία, (1986), Εταιρεία Ελληνικών Εκδόσεων Α. Ε., τ. 39, Αθήνα.
  • Ψημμένος Ν., (1994), ''Μεθόδιος Ολυμπιώτης ο εξ Αγυιάς. Ένας συνδρομητής του Ιώσηπου Μοισιόδακα'', Πρακτικά του 2ου Συνεδρίου Λαρισαϊκών Σπουδών, σ. 155-169, Λάρισα.