ΕπεξεργασίαEdit

Λεξικόν

εν

μια τέτοιου είδους οντότητα από την οποία δεν μπορεί να υπάρξει κάτι άλο όμοιο. Δηλαδή ένα λέγεται αυτό το οποίο δεν διαιρείται σε πολ­λά. Ο στρατός μπορεί να διαιρεθεί σε πολούς στρατιώτες, ο στρατιώτης όμως ως μη δυνάμενος να διαιρεθεί και να προκύψει κάτι όμοιο από αυτόν, ονομάζεται ένα.

3