ΕπεξεργασίαEdit

Λεξικόν

σύνθεσις

η εργασία με την οποία ενώνουμε ετερογενή σώ­ματα σε ένα ομογενές σύνολο. Έτσι συνθέτουμε την ύαλο, το κιννάβαρι, τα άλατα, κ.α.

131