ΕπεξεργασίαEdit

Λεξικόν

στοιχεία φυσικά

τα αδιαίρετα μέρη του σώματος, με την ένωση των οποίων συντίθενται τα σώματα. Αδιαίρετα και αναλοίωτα, ετεροφυή, κοσμημένα με έμφυτες και ειδικές ποιότητες, συνάπτονται και χωρίζονται, με κά­ποιες σταθερές δυνάμεις, υπακούοντας σε νόμους. Μέχρι σήμερα η πραγματική γνώση των στοιχείων είναι για μας άγνωστη και μόνο πιθανολογικά ερμηνεύονται από τον ανθρώπινο νου. Το πνεύμα ως νοερά και ενεργητική ουσία, της καθ’αυτήν καταστάσεως συνείδησιν έχουσα, αντιπαρατίθεται προς το σώμα, την εκτατή, δι­αιρετή και αδρανή ουσία. Ακόμη και αν δεχτούμε ότι η ύλη έχει τη δυνατότητα κίνησης, η κίνησή της καθορίζεται από εξωτερικούς παράγοντες, διότι ιδιότητα της ύλης αποτελεί η ανενεργησία, η αδράνεια, το ανεπίδεκτον του ενεργείν. Αν και προ πολού από τη φιλοσοφία και μάλιστα τη φυσική έχουν εκδιωχτεί οι κατά τους σχολαστικούς κεκρυμμένες ποιότητες, οι περί Σπινόζαν προσπαθώντας με αυτές να κοσμήσουν πάλι την ύλη, αξιώσαν να τις φέρουν επί σκηνής και για το λόγο αυτό ονομάστηκαν υλισταί, ισχυριζόμενοι ότι η ύλη έχει κοσμηθεί με νου. Όσοι έφτα­σαν στην αντίθετη θέση, που αρνείται την ύπαρξη των σωμάτων, θεωρώντας όσα απονέμονται στην ύπαρξη της ύλης ως φαινόμενα χωρίς πραγματικότητα και απο­δεχόμενοι μόνο τα πνεύματα, τα δε σώματα ως περιστάσεις και φαντάσματα του νου, ονομάζονται ιδεασταί. Στην κατηγορία αυτή ανήκει ο επίσκοπος Βερκλέιος, ο οποίος άριστα εξέθεσε το σύστημα των ιδεαστών αρνούμενος την ύπαρξη των σωματικών όντων. Πραγματικοί καλούνται όσοι πιστεύουν ότι δεν υπάρχουν τα σώματα λιγότερο από τα πνεύματα, διότι τα όντα, των οποίων την ιδέα ποριζόμεθα, έχουν πραγματική ύπαρξη έξω από εμάς, η οποία αντιστοιχεί στις αντιλήψεις, που εμείς αποκτούμε. Ανάμεσα στις διάφορες αιρέσεις των φιλοσοφούντων υπάρχει και κάποια η οποία φαίνεται εν μέρει πραγματική, κατά βάθος όμως ιδεαστική, όπως του Λεϊβνιτίου, ο οποίος μη γνωρίζοντας τίποτε το πραγματικό παρά τις μονάδες, τις εννοεί ως απλά όντα, αμερείς, ανέκτατες, αδιαίρετες, αδιάστατες, κοσμημένες με παραστατική δύναμη, προικισμένες με βέβαιη δραστικότητα, η οποία τις καθιστά δεκτικές αντιλήψεων, χωρίς να αποδέχεται ωστόσο καμία υλική ουσία με την έν­νοια που τη δέχονται οι πραγματικοί. Η ύλη όμως δεν είναι νοητική. Και αν φανεί κάτι τέτοιο, αυτό είναι αποτέλεσμα διαφοροποίησης που προέρχεται από την ένω­σή της με κάποια άλη ουσία νοητική, το πνεύμα. Άποψη για την οποία συμφωνούν οι περισσότεροι των φιλοσόφων, διότι οι υλισταί δεν είναι ούτε οι πολυαριθμώτεροι, ούθ’ οι τη της ροπής και του λόγου υπεροχή διακριτικώτεροι. Η καρτεσιανή διάκριση πνεύματος και σώματος γίνεται δεκτή. Ισχυρογνωμονούντες οι υλιστές, με εσφαλ­μένα επιχειρήματα, αρνούνται την ύπαρξη των πνευμάτων, επειδή αυτά δεν μπορεί κανείς να τα κατανοήσει με τις αισθήσεις, το χρώμα, το σχήμα, το χυμό, τον ήχο και επομένως δεν μπορούν χωρίς τα χαρατηριστικά αυτά να σχηματίσουν τις ιδέες τους. Σύμφωνα λοιπόν με αυτούς τίποτε δεν είναι πιο πειστικό παρά μόνο τα σωματικά φαινόμενα (των υλικών όντων). Απέδειξεν ο Καρτέσος ουδεμίαν υπάρχειν των, ων προτέρα εν τω ημετέρω πνεύματι η βεβαιότης, προτάσεων τωνδε εγώ νοώ, εγώ βούλομαι, εγώ εμαυτού αισθάνομαι, την εμαυτού κατάστασιν και ύπαρξιν σύνοιδα.

108-128